Ομοιότητες
- Έχουν κοινή καταγωγή: την αρχαία ελληνική μουσική.
Το δημοτικό τραγούδι μάς έρχεται αρκετά αργότερα από τη βυζαντινή μουσική, στη μορφή που το γνωρίζουμε ως σήμερα. Οι απαρχές του χρονολογούνται στον 8ο με 9ο αι. μ.Χ., δηλαδή τότε που δημιουργήθηκαν τα πρώτα ακριτικά τραγούδια. Απ’ την άλλη, η βυζαντινή παρουσιάστηκε, με πρωτόλεια μορφή, ήδη στους αποστολικούς χρόνους, αλλά συστηματοποιήθηκε ως τέχνη σταδιακά τα επόμενα χρόνια. - Η αδιαμφισβήτητη ιστορικά επιρροή του ελληνικού πολιτισμού στη διαμόρφωση του πολιτισμού της βυζαντινής αυτοκρατορίας (της περιόδου δηλαδή κατά την οποία ήκμασε η βυζαντινή μουσική) γεγονός το οποίο δε θα μπορούσε παρά να επηρεάσει και τον μουσικό πολιτισμό της περιόδου.
- Η παρασημαντική (δηλαδή η σημειογραφία ή αντίστοιχα, στην Ευρωπαϊκή Μουσική, ή καταγραφή των φθόγγων) της Βυζαντινής Μουσική -και κατ' επέκταση της παραδοσιακής, όταν αργότερα άρχισε να καταγράφεται- βασίζεται στην αρχαία μουσική σημειογραφία. Πρόκειται για τη λεγόμενη αλφαβητική σημειογραφία, που στηρίζεται στα γράμματα της Αλφαβήτου.
- Όλα τα δημοτικά τραγούδια χρησιμοποιούν τους ήχους-δρόμους της Βυζαντινής μουσικής. Συστηματοποιήθηκαν, κατά βάση από τον Αγ. Ιωάννη το Δαμασκηνό, μετά από αναμόρφωση των αρχαίων ήχων: Δώριο, Φρύγιο, Λύδιο, Μιξολύδιο, Υποδώριο, Υποφρύγιο, Υπολύδιο, Υπομιξολύδιο.
- Τα στροφάρια των αρχαίων, δηλαδή ποιήματα που δέχονταν την ίδια μουσική επένδυση, ενέπνευσαν τη δημιουργία των Προσομοίων στη Βυζαντινή Μουσική, που έχουν ακριβώς την ίδια έννοια, αλλά και των διστίχων ή τετραστίχων της δημοτικής μας μουσικής, όπως οι γνωστές μαντινάδες, που ντύνονται πάντα με το ίδιο μουσικό μοτίβο.
- Χρησιμοποιούν κοινούς ήχους, δηλαδή κοινές μουσικές κλίμακες και κοινές υφεσοδιέσεις και κατ' επέκταση ακολουθούν την κοινή διάκριση των Γενών των ήχων που είναι κοινή και για την αρχαία ελληνική μουσική (Διατονικό, Χρωματικό, Εναρμόνιο), με ελάχιστες, κατά περίπτωση και περιοχή, αποκλίσεις.
Διαφορές
- Διαφέρουν ως προς την ερμηνεία, το ύφος. Το παραδοσιακό τραγούδι δεν δεσμεύεται από τους πατροπαράδοτους και πατριαρχικούς κανόνες που ισχύουν για το βυζαντινό μέλος και σχετίζονται με το ύφος της ψαλτικής. Στην ερμηνεία του, ο παραδοσιακός τραγουδιστής μπορεί να εκτελέσει ποικίλους και αυθόρμητους λαρυγγισμούς, ανάλογα με τις φωνητικές του ικανότητες, ή να αυτοσχεδιάσει.
- Διαφέρουν επίσης ως προς το σκοπό που υπηρετούν: Η παραδοσιακή έχει περισσότερο κοσμικό χαρακτήρα. Αναφέρεται στις κοινωνικές εκδηλώσεις του ανθρώπου: γάμους, θανατικά, γλέντια, ιστορίες καθημερινές.
- Διαφέρουν επίσης ως προς το ότι η παραδοσιακή μουσική είναι προφορική μουσική. Διασώθηκε από στόμα σε στόμα, αλλά και γι' αυτό αλλοιώθηκε χρόνο με το χρόνο σημαντικά η αρχική της μορφή, ενώ η βυζαντινή μας μουσική ήδη από τους πρώτους αποστολικούς χρόνους είναι γραπτή μουσική, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι η προφορικότητα δεν έχει πάρα πολύ μεγάλη αξία στην πορεία διαμόρφωσής της.
- Επίσης τα παραδοσιακά μας τραγούδια ανέκαθεν χρησιμοποιούσαν μουσικά όργανα, σε αντίθεση με τη βυζαντινή μουσική που είναι καθαρά φωνητική μουσική.
Ο π. Στρατής Γιουσμάς είναι Εφημέριος στον Ιερό Ναό Αγίων Πατέρων Α’ Οικουμ. Συνόδου στη Μυτιλήνη και Διευθυντής στη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής «ο Άγιος Θεόδωρος ο Βυζάντιος» της Μητροπόλεως Μυτιλήνης