Μια ανθρώπινη επιστολή έφτασε στο «Ν», από έναν συνταξιούχο της Λέσβου που ζητά απλώς το δίκαιο. Ο Δημήτριος Παπαναστασίου, 74 ετών σήμερα, αφηγείται τη ζωή του – μια πορεία γεμάτη εργασία, συνέπεια και αγώνα, όπως τόσων άλλων μεταναστών της γενιάς του. Έφυγε το 1970 για την Αυστραλία, δούλεψε σκληρά, επέστρεψε στην Ελλάδα για να ζήσει και να ασφαλιστεί στον ΟΓΑ, πληρώνοντας για χρόνια τις ανώτερες εισφορές.
Όταν όμως έφτασε η ώρα της σύνταξης, βρέθηκε μπροστά σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας και παραλογισμού. Ενώ είχε πληρώσει κανονικά, του είπαν πως δεν έπρεπε να το έχει κάνει και ότι τα χρήματα θα του επιστραφούν — κάτι που ακόμη περιμένει. Δεκαέξι χιλιάδες ευρώ και μια υπόθεση που παραμένει σε εκκρεμότητα εδώ και επτά χρόνια.
Ο κ. Παπαναστασίου ζητά μόνο το αυτονόητο: να του αναγνωριστεί ο κόπος μιας ζωής. Η επιστολή του είναι μια υπενθύμιση ότι πίσω από τους αριθμούς και τις εγκυκλίους υπάρχουν άνθρωποι που συνεχίζουν να παλεύουν για λίγη δικαιοσύνη.
Ολόκληρη η επιστολή του Δημήτρη Παπαναστασίου αναφέρει:
«Ονομάζομαι Παπαναστασίου Δημήτριος, γεννημένος το 1951.
Το 1969 αναγκάστηκα, όπως πολλοί Έλληνες της εποχής, να μεταναστεύσω στην Αυστραλία για δουλειά. Εκεί εργάστηκα σκληρά για δεκαετίες, μέχρι που το 2001 επέστρεψα στην Ελλάδα και ασφαλίστηκα στον ΟΓΑ, πληρώνοντας κανονικά τις εισφορές μου κάθε εξάμηνο — περίπου 900 ευρώ — στην 7η ασφαλιστική κατηγορία, την πιο υψηλή.
Το 2009, λόγω οικογενειακών και οικονομικών προβλημάτων, αναγκάστηκα να επιστρέψω ξανά στην Αυστραλία για εργασία. Όμως δεν σταμάτησα να πληρώνω τις ασφαλιστικές μου εισφορές στην Ελλάδα, γιατί δεν ήξερα αν και πότε θα γυρίσω οριστικά. Ερχόμουν κάθε δύο χρόνια για 5-6 μήνες κοντά στα παιδιά μου και ασχολούμουν με αγροτικές εργασίες, αγοράζοντας και αγροτικό εξοπλισμό.
Συνέχισα λοιπόν να πληρώνω μέχρι το 2018, για να είμαι ασφαλιστικά ενήμερος και να έχω ιατροφαρμακευτική κάλυψη. Ήξερα πως αν σταματούσα, δεν θα μπορούσα να ανανεώσω το βιβλιάριο υγείας μου.
Όταν πλησίαζα να συμπληρώσω 15 χρόνια ασφάλισης, στα 65 μου, άλλαξε ο νόμος και το όριο σύνταξης πήγε στα 67. Έτσι πλήρωσα δύο επιπλέον χρόνια εισφορών, συνολικά 17 χρόνια ασφάλισης.
Όταν τελικά κατέθεσα τα χαρτιά μου, μου έδωσαν σύνταξη 290 ευρώ.
Πήγα στον ΟΓΑ Αθηνών και μετά στον ΕΦΚΑ Μυτιλήνης για να διαμαρτυρηθώ. Εκεί μου είπαν ότι δεν έπρεπε να πληρώνω από το 2009 έως το 2018, επειδή διέμενα στο εξωτερικό.
Τους εξήγησα ότι ουδέποτε σταμάτησα να έρχομαι στην Ελλάδα και ότι δεν μπορούσα να γνωρίζω αν θα επέστρεφα μόνιμα.
Οι ίδιοι τότε μου είπαν ότι τα ποσά που πλήρωσα χωρίς να δικαιούμαι σύνταξη γι’ αυτά θα μου επιστραφούν, περίπου 15.000 ευρώ. Από το 2018 έως και σήμερα, περιμένω. Απευθύνθηκα και σε δικηγόρο αλλά το αποτέλεσμα ίδιο.
Κάθε φορά που πηγαίνω στον ΕΦΚΑ Μυτιλήνης, η απάντηση είναι η ίδια. «Όταν έρθει η σειρά σου».
Τώρα είμαι 74 ετών. Παρά τα χρόνια και τις δυσκολίες, αναγκάζομαι ακόμα να δουλεύω για να τα βγάλω πέρα, γιατί κανείς δεν μπορεί να ζήσει με 300 ευρώ τον μήνα.
Δεν ζητάω χάρη. Ζητάω δικαιοσύνη — να μου επιστραφούν τα χρήματα που πλήρωσα με κόπο και συνέπεια ή να παρω τη σύνταξη που μου αναλογει».