ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Διάφανα νερά, με γραφίδα γεμάτη εικόνες και μηνύματα
Η γνωστή Ελληνίδα συγγραφέας Ευαγγελία Ευσταθίου μιλά για το ταξίδι της συγγραφής που ξεκίνησε από την ηλικία των 12 ετών σε μπλε τετράδια και συνεχίζεται ως σήμερα και σεβασμό στο αναγνωστικό κοινό
Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ Δημοσίευση 29/6/2025

Μια από τις πλέον αγαπημένες συγγραφείς του ελληνικού αναγνωστικού κοινού, η Ευαγγελία Ευσταθίου, βρέθηκε πρόσφατα στη Μυτιλήνη, παρουσιάζοντας το νέο της βιβλίο «Διάφανα νερά» στο βιβλιοπωλείο της Μυρένας Φωτίου, στην οδό Αεροπόρου Γιανναρέλλη. Με αφορμή την επίσκεψή της στο νησί, φιλοξενήθηκε στο στούντιο του «Ν» 99 fm, όπου μίλησε για τη διαδρομή της στη συγγραφή, την πολυετή πορεία της στον χώρο του βιβλίου, και το τελευταίο της μυθιστόρημα, που ήδη κατακτά τις καρδιές των αναγνωστών.
«Με πολύ χαρά βρίσκομαι εδώ απέναντί σας και γενικότερα στο νησί», δήλωσε η ίδια στην αρχή της συνέντευξης, περιγράφοντας με ενθουσιασμό την ατμόσφαιρα της πρόσφατης παρουσίασης. Παρά τη ζέστη, τις διαδηλώσεις και το άβολο της ημέρας, το βιβλιοπωλείο γέμισε από ανθρώπους που ήρθαν να τη συναντήσουν, γεγονός που η ίδια δεν προσμετρά απλώς αριθμητικά: «Δεν βλέπω αριθμούς, βλέπω πρόσωπα, χαμόγελα, μια μεγάλη αγκαλιά».
Η Ευαγγελία Ευσταθίου γράφει από τα 12 της χρόνια. Όπως αφηγήθηκε, ξεκίνησε με μπλε τετράδια, χωρίς υπολογιστές, φτιάχνοντας μόνη της εξώφυλλα με αυτοκόλλητο χαρτί και φωτογραφίες από περιοδικά. Η πρώτη της ολοκληρωμένη απόπειρα για μυθιστόρημα ήρθε το 1998, με το βιβλίο «Προσωπικές Στιγμές», το οποίο όμως έμεινε στο συρτάρι για χρόνια. «Έγραψα δέκα μικρότερα βιβλία προτού φτάσω σε αυτό. Κάποια είναι ακόμα ανέκδοτα», λέει με σεμνότητα.
Σήμερα, έχει στο ενεργητικό της δεκαέξι μυθιστορήματα ενηλίκων και ένα παιδικό. Παρότι δασκάλα και μητέρα δύο εφήβων, η ίδια εξηγεί πως η συγγραφή είναι απαιτητική: «Δεν υπάρχει επίσημη πίεση από τους εκδοτικούς, αλλά υπάρχει μια άτυπη δέσμευση. Οι αναγνώστες περιμένουν το επόμενο βιβλίο. Αυτό δημιουργεί μια ευθύνη, που απαιτεί πειθαρχία».
Η ίδια αποκαλεί τη γραφή της ως «Suspense Romance», μια μίξη μυστηρίου, δράσης και συναισθημάτων. Αν και πλήρως μυθοπλαστικές, οι ιστορίες της έχουν ως σπόρο έμπνευσης την ίδια τη ζωή. «Ένα χαμόγελο, δύο λέξεις, μια φωτογραφία, μια μυρωδιά μπορεί να γεννήσει μια ολόκληρη ιστορία. Αρκεί να αφήσεις τον εαυτό σου να τη συλλάβει και μετά να την αναπτύξεις με πειθαρχία».
Το νέο της βιβλίο «Διάφανα νερά» εκτυλίσσεται στο λιμένι της Μάνης και είναι ένα κοινωνικό αστυνομικό μυθιστόρημα με βασικό άξονα την αμνησία. Η ηρωίδα του βιβλίου, μετά από ένα σοβαρό τροχαίο, ζει 16 χρόνια με μια κενή μνήμη, ώσπου θραύσματα του παρελθόντος αρχίζουν να αναδύονται και να αμφισβητούν την «αλήθεια» που της έχουν πει. «Το ζητούμενο είναι η μνήμη να ξεκαθαρίσει, να γίνει διάφανη, όπως και τα νερά του λιμενιού που αποτέλεσαν και την έμπνευση για τον τίτλο», τονίζει.
Η ίδια επιμένει στη σημασία της έρευνας, ιδιαίτερα όταν εμπλέκονται επιστημονικά ή ιστορικά στοιχεία. Για την περίπτωση της αμνησίας στο νέο της έργο, έκανε εκτενή μελέτη σε βιβλία ψυχολογίας, αναλύοντας τα συμπτώματα και τις συνέπειες της αποσπασματικής μνήμης. «Η ηρωίδα μου δεν έχει διχασμό προσωπικότητας, αλλά οι ψυχολογικές διακυμάνσεις είναι μεγάλες», σημειώνει.
Σε ερώτηση για ενδεχόμενη συγγραφή θεατρικού έργου ή σεναρίου, δεν κλείνει καμία πόρτα. «Όλα τα βιβλία μου θα μπορούσαν να μεταφερθούν στον κινηματογράφο. Το λένε και οι αναγνώστες. Έχει γίνει και προσπάθεια, αλλά πολλά εξαρτώνται από τη συγκυρία», αναφέρει. Η σκέψη για σενάριο υπάρχει, όμως δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα.
Όσο για τα επόμενα σχέδιά της; Προς το παρόν, ετοιμάζεται η επανέκδοση του τέταρτου βιβλίου της «Αν τον άνεμο ρωτήσεις» το φθινόπωρο, ενώ η σπίθα για τη νέα ιστορία έχει ήδη γεννηθεί. «Θα έχει εκδικητικά και εχθρικά vibes στην αρχή», αποκαλύπτει με χαμόγελο. Παράλληλα, συνεχίζει τις παρουσιάσεις σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, με επόμενους σταθμούς τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και τον Πειραιά.
Με σεμνότητα, πάθος και ειλικρίνεια, η Ευαγγελία Ευσταθίου συνεχίζει να ταξιδεύει το αναγνωστικό κοινό μέσα από τις σελίδες της. «Η συγγραφή είναι για μένα ένα ασίγαστο, αγιάτρευτο πάθος», λέει χαρακτηριστικά. Και όσοι την ακούν –ή την διαβάζουν– δύσκολα μπορούν να διαφωνήσουν.