Με απόφαση του διευρυμένου Κεντρικού Συμβουλίου Συλλόγου ΔΕΠ του Πανεπιστημίου Αιγαίου, απεργούν τα μέλη ΔΕΠ στην απεργία της 9ης Νοεμβρίου, ενώ αναφέρονται στην «κατηφόρα» που έχει πάρει η μισθολογική τους κατάσταση.
Το πλαίσιο για την απεργία τους είναι το εξής:
«Το Σάββατο 22 Οκτωβρίου, το Κεντρικό Συμβούλιο (ΚΣ), σε ανοικτή συνεδρίαση και με τη συμμετοχή μελών του Συλλόγου, συζήτησε διεξοδικά πάνω στο μισθολόγιο των πανεπιστημιακών και την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε αντισυνταγματικές διατάξεις του Ν. 4472/2017. Στη συνεδρίαση προσκλήθηκαν τα Διοικητικά Συμβούλια των Διοικητικών, ΕΕΔΙΠ και ΕΤΕΠ του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Το ΚΣ, λαμβάνοντας υπόψη τη συζήτηση και την γόνιμη ανταλλαγή τοποθετήσεων των μελών του Συλλόγου, κατέληξε στην παρακάτω απόφαση:
Η μισθολογική κατάσταση των µελών ΔΕΠ τις τελευταίες δεκαετίες έχει επιδεινωθεί δραματικά. Με την επίκληση των οικονομικών κρίσεων και των μνημονίων οι κυβερνήσεις των τελευταίων 12 χρόνων, μείωσαν δραματικά τους μισθούς και τις συντάξεις των εργαζομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Αναφορικά με το εισόδημα των πανεπιστημιακών, η μείωσή του, συνυπολογίζοντας τον πληθωρισμό, ξεπερνά το 40% σε σχέση με τα εισοδήματα προ δεκαετίας.
Το κύμα ανατιμήσεων που σαρώνει τους τελευταίους μήνες έχει φέρει την πλειοψηφία των εργαζομένων και της νεολαίας σε αδυναμία να αντεπεξέλθει ακόμα και σε βασικές ανάγκες, σε σίτιση, θέρμανση, μετακίνηση, κ.ά. Με τον πληθωρισμό σε επίπεδα ρεκόρ 25ετίας, αγγίζοντας τον Σεπτέμβριο το 12,1% (από 11,4% τον Αύγουστο και 8,9% τον περασμένο Μάρτιο), και τις αυξήσεις στην «απελευθερωμένη» αγορά ενέργειας σε δυσθεώρητα ύψη, το μηνιαίο εισόδημά μας υφίσταται περαιτέρω συρρίκνωση. Την ίδια στιγμή οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων έχουν φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη (π.χ. αύξηση κατά 60% τα τελευταία δύο έτη στη Σάμο) και τα αεροπορικά εισιτήρια, εκτός των προσφορών, να είναι πρακτικά απλησίαστα.
Μέσα στα πλαίσια της πολιτικής της εμπορευματοποίησης του δημόσιου πανεπιστημίου και της λειτουργίας του με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, η μισθολογική απαξίωση των πανεπιστημιακών αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο. Με τον τρόπο αυτό πιέζεται µία μεγάλη μερίδα µελών ΔΕΠ να συμμετάσχει σ' ένα αδιάκοπο κυνήγι εύρεσης χρηματοδότη της έρευνας και την ίδια ώρα να αναζητά πρόσθετους οικονομικούς πόρους προσφεύγοντας στις όλο και αυξανόμενες επιχειρηματικές δραστηριότητες των πανεπιστημίων.
Ειδικότερα, µέσω της μισθολογικής απαξίωσης πιέζεται µία μεγάλη μερίδα µελών ΔΕΠ να συμμετάσχει τόσο στα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών με δίδακτρα όσο και στα προγράμματα δια βίου μάθησης που πολλαπλασιάζονται στα ιδρύματα το τελευταίο διάστημα και τα περισσότερα από αυτά έχουν αμφίβολο επιστημονικό περιεχόμενο.
Ταυτόχρονα, οι νέες εργασιακές σχέσης μεσαίωνα για τους διδάσκοντες και τις διδάσκουσες, μέσω του προγράμματος ΕΣΠΑ για την απόκτηση ακαδημαϊκής εμπειρίας και μέσω υποτροφιών για διδασκαλία υποψήφιων διδακτόρων, οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη μισθολογική απαξίωση τους πανεπιστημιακούς. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο µε τη συστηματική άρνηση να θεσμοθετηθεί η πλήρης και αποκλειστική απασχόληση των µελών ΔΕΠ. Με τον τρόπο αυτό συντηρείται, σε μεγάλο βαθμό, μια μεγάλη προνομιούχα κατηγορία μελών ΔΕΠ των οποίων τα κύρια εισοδήματα δεν προέρχονται από τη μισθοδοσία τους αλλά από δραστηριότητες εκτός της ακαδημαϊκής ενασχόλησης.
Την ίδια στιγμή οι πανεπιστημιακοί, διδάσκοντες και διδάσκουσες στα περιφερειακά και κυρίως τα ακριτικά πανεπιστήμια όπως το δικό μας, αντιμετωπίζουν επιπλέον μειονεκτικές συνθήκες εργασίας και απαιτείται η υποστήριξή τους με άμεσο μέτρο, την καταβολή του «Επιδόματος Παραμεθορίου και Προβληματικών Περιοχών» στα μέλη ΔΕΠ (βλ. αναλυτικά παρακάτω 2).
Οι ευθύνες για την κατάσταση αυτή δεν περιορίζονται µόνο στα κόμματα που κυβέρνησαν τα τελευταία χρόνια, αλλά αφορούν και την πλειοψηφία της ΠΟΣ∆ΕΠ που αποδέχονται αυτές τις πολιτικές οδηγώντας τον κλάδο στην πλήρη μισθολογική απαξίωση.
Η λογική που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στην ΠΟΣΔΕΠ είναι η διεκδίκηση της αποκατάστασης των μισθολογικών μας απωλειών μέσω δικαστικών προσφυγών στο ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα των μνημονιακών νόμων που επέβαλαν τις μισθολογικές μειώσεις.
Τα αποτελέσματα είναι γνωστά: ανεξάρτητα από τις δικαστικές αποφάσεις τα εισοδήματά μας συνεχίζουν να συρρικνώνονται. Για παράδειγμα, παρά τη θετική απόφαση περί αντισυνταγματικότητας μνημονιακών περικοπών, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2017, «συμμορφούμενη» με την απόφαση του ΣτΕ, νομοθέτησε το νέο ειδικό μισθολόγιο που διατηρούσε τις περικοπές και σε κάποιες περιπτώσεις μείωνε ακόμα περισσότερο τους μισθούς μας (βλ. παρακάτω Πίνακα 3). Ως απάντηση του κλάδου, η ΠΟΣΔΕΠ προσέφυγε εκ νέου στο ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα του μισθολογίου-ΣΥΡΙΖΑ. Η πρόσφατη (Οκτώβριος 2022) δικαίωση της προσφυγής θα παράξει μεν ορισμένα αποτελέσματα, μόνο όμως για όσους είχαν ξεκινήσει ατομικές δικαστικές διεκδικήσεις πριν από την απόφαση του ΣτΕ, χωρίς ωστόσο να μεταβάλει τη συνολική πορεία συρρίκνωσης των μισθών στον κλάδο (βλ παρακάτω (1) αναλυτικά για την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ).
Η στρατηγική της πλειοψηφίας της ΠΟΣΔΕΠ, δηλαδή της κατ’ αποκλειστικότητα αναγωγής των μισθολογικών/συνταξιοδοτικών θεμάτων σε δικαστική υπόθεση, έχει οδηγήσει στην πλήρη εγκατάλειψη τη συγκρότηση ενός συνολικού πλαισίου μισθολογικών διεκδικήσεων και την οργάνωση κλάδου για την διεκδίκησή του.
Ο Σύλλογος ΔΕΠ Πανεπιτημίου Αιγαίου θεωρεί ότι η διεκδίκηση αξιοπρεπούς μισθού των µελών ΔΕΠ και καθεστώτος πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, αποτελεί προϋπόθεση για τη διεκδίκηση ενός πανεπιστημίου στο ύψος των σύγχρονων αναγκών και δυνατοτήτων της εποχής μας. Λαμβάνοντας υπόψη τις σύγχρονες ανάγκες διαβίωσης και ανταπόκρισης στα καθήκοντα του ακαδημαϊκού δασκάλου, οι πανεπιστημιακοί πρέπει να αμείβονται επαρκώς και ταυτόχρονα να έχουν σαν αποκλειστική απασχόληση την αφιλοκερδή ενασχόληση µε την επιστημονική έρευνα και διδασκαλία, χωρίς να υποβάλλονται σε εκβιασμούς για να γίνουν επιχειρηματίες ή υπεργολάβοι και υπάλληλοι επιχειρηματικών συμφερόντων.
Ειδικότερα διεκδικούμε: